Ο δρόμος του νερού στο Ρετζίκι

Συγγραφέας: 

Εισαγωγή

Η αναζήτηση της άγνωστης ιστορίας της ευρύτερης περιοχής των Πεύκων Θεσσαλονίκης, το γνωστό Ρετζίκι, μας έδωσε ακόμη μία φορά την ευκαιρία να συγκεντρωθούμε και να περιηγηθούμε, να μάθουμε και να γνωρίσουμε, να συζητήσουμε και να ανταλλάξουμε απόψεις και γνώσεις. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά η ΠΕΕΚΠΕ Κεντρικής Μακεδονίας διοργάνωσε με επιτυχία την Τετάρτη 22 Μαΐου 2013, μία ακόμη εκδήλωση στα Πεύκα για τους καθηγητές και δασκάλους, για τους κατοίκους της περιοχής και για όσους αναζητούν να γνωρίσουν άγνωστες πτυχές της ιστορίας της περιοχής.

Η εκδήλωση αφορούσε στο «Δρόμο του Νερού στο Ρετζίκι», με τις πηγές που υδροδοτούσαν τη Θεσσαλονίκη από τα αρχαία χρόνια, τα υδρομαστευτικά έργα και τους βυζαντινούς νερόμυλους, σε μία ιδέα της κ. Βέτα Τσαλίκη, Διευθύντριας του 1ου Γυμνασίου Πεύκων, που εκπόνησε μαζί με συναδέλφους της, ένα σχετικό Πρόγραμμα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στο σχολείο τους.

Η παρουσίαση του θέματος έγινε στην αίθουσα θεάτρου του 1ου Γυμνασίου Πεύκων, ενώ στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε περιήγηση στις πηγές και το μυλοτόπι, που αποτελεί σημαντικό τεχνολογικό επίτευγμα του παρελθόντος και κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και είναι ένα δείγμα των προσπαθειών που έκαναν οι προηγούμενες γενιές για να διασφαλίσουν τον πολύτιμο φυσικό αγαθό, το νερό.

Όπως ήδη έχει καθιερωθεί, η εκδήλωση κατέληξε σε ταβερνάκι της περιοχής με μεζεδάκια, κρασί και κουβέντα. Ήταν ένα όμορφο και δημιουργικό απόγευμα με πολύ μεγάλη διάθεση από όλους και όλοι εξέφρασαν την επιθυμία να συνεχιστεί και την επόμενη χρονιά αυτή η σειρά των παρουσιάσεων της ΠΕΕΚΠΕ Κεντρικής Μακεδονίας στο Ρετζίκι.

Παρακάτω θα παραθέσω τα κυριότερα σημεία της παρουσίασης σε ένα θέμα που έχει πολλές και ενδιαφέρουσες πτυχές.

Η  Ιστορία της Υδροδότησης της Θεσσαλονίκης – ο δρόμος του νερού από το Ρετζίκι  -

 Το Ρετζίκι, παράφραση της λέξης Urendjick που σημαίνει «Μικρός Παράδεισος», στην άκρη του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης, λειτουργούσε πάντοτε επικουρικά στη μεγάλη πόλη από την ίδρυσή της το 315 π.Χ., προσφέροντας όλους τους θησαυρούς του για την εξυπηρέτηση των αναγκών και την ευημερία των Θεσσαλονικέων. Για το λόγο αυτό η ιστορία του παρέμεινε σχετικά άγνωστη γιατί ποτέ δεν προκάλεσε το ενδιαφέρον των ιστορικών και των ερευνητών, εκτός βέβαια ελαχίστων περιπτώσεων.

Η γεωλογία της περιοχής είναι ιδιαίτερα περίπλοκη και αυτό οφείλεται στα ποικίλα γεωλογικά φαινόμενα στα οποία οφείλεται ο σχηματισμός των πετρωμάτων. Κατά το Μεσοζωικό, δηλαδή πριν από 200 έως 100 εκατ. χρόνια, στον πυθμένα ενός ωκεανού τα ιζήματα εναλλάσσονταν με θερμό μάγμα που έβγαινε από τις διαρρήξεις του ωκεάνιου φλοιού. Σε ένα τέτοιο γεωλογικό περιβάλλον σχηματίστηκαν οι βασαλτικές «μαξιλαροειδής» λάβες κατά την απότομη ψύξη του μάγματος στο κρύο νερό του ωκεανού, αλλά και τα γαββρικά πετρώματα σε στρώσεις μαζί με ασβεστολίθους και άλλα πελαγικά ιζήματα, που σήμερα είναι μεταμορφωμένα.

Τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης δραστηριότητας στο Ρετζίκι εντοπίζονται στις πηγές που βρίσκονται στα βορειοανατολικά του οικισμού στα όρια με το Ασβεστοχώρι. Από τα Ελληνιστικά ακόμη χρόνια η υδροδότηση της Θεσσαλονίκης γινόταν από το Ρετζίκι, κυρίως από τις «Μεγάλες Πηγές», καθώς και από το Χορτιάτη και το Λεμπέτ (Σταυρούπολη). Οι «Μεγάλες Πηγές» όπως τις αναφέρουν οι ιστορικοί και οι περιηγητές του 19ου αι., βρίσκονταν σε υψόμετρο 350 μ ΒΑ του Ρετζικιού, κατά μήκος ενός μεγάλου ρήγματος με διεύθυνση από ΝΑ προς ΒΔ. Ο «καθρέπτης» αυτού του ρήγματος φαίνεται σε πολλά σημεία με εμφανή τα ίχνη ολίσθησης. Τα παλαιότερα ευρήματα στη θέση των «Μεγάλων Πηγών» χρονολογούνται από τα Ρωμαϊκά χρόνια, τον 2ο-3ο αι. μ.Χ., όπου ήδη υπήρχε υδραγωγείο. Ο Χατζηιωάννου το 1880 ονομάζει το υδραγωγείο αυτό «Νέο Ύδωρ». Τα κτίσματα που υπάρχουν σήμερα είναι από το 1918-19 όταν ανακατασκευάστηκαν οι παλαιότερες υδρομαστευτικές στοές.

Φωτογραφία από την περιήγηση στις Μεγάλες Πηγές και το βυζαντινό μυλοτόπι στο Ρετζίκι (Φωτ. Χρήστος Πατέρας, Δάσκαλος)

Παλιό υδραγωγείο (από την ανακατασκευή του 1918-19) στις «Μεγάλες Πηγές» στο Ρετζίκι (Φωτ. Β. Μέλφος)

Τα νερά συλλέγονταν από τις στοές αυτές και διοχετευόταν σε κτιστό υπόγειο κανάλι ορθογώνιας διατομής 32 x 40 cm και μήκος πολλών μέτρων, σκεπασμένο με πέτρινες πλάκες και επιχρισμένο εσωτερικά με υδραυλικό κονίαμα για να μη διαρρέει το νερό. Πηγάδια και άλλες κατασκευές συμπλήρωναν το σύστημα του υδραγωγείου και των πηγών. Οι πηγές σήμερα δεν έχουν νερό, ούτε καν την περίοδο της άνοιξης. Παρόλα αυτά η πλούσια βλάστηση με τα αιωνόβια πλατάνια και τους κισσούς θυμίζουν τις ένδοξες στιγμές του παρελθόντος.

Σε μικρή απόσταση υπήρχαν και οι πηγές της Αγ. Τριάδος (που παλαιότερα ονομάζονταν Αγ. Τετράδα) που τροφοδοτούσαν το υδραγωγείο με σύστημα αγωγών. Τα αιωνόβια πλατάνια και το Αγίασμα πιστοποιούν την παρουσία άφθονων νερών.

Το νερό λοιπόν ξεκινούσε από τις πηγές στο υδραγωγείο και κατηφόριζε μέσω αγωγών ή καναλιών προς τα κάτω όπου συναντούσε τον Ξηροπόταμο που κυλούσε από το Ασβεστοχώρι. Με μία υδατογέφυρα ο αγωγός συνέχιζε προς την απέναντι πλευρά του Σέιχ-Σου. Η υδατογέφυρα είναι πιθανώς Παλαιοχριστιανικής περιόδου, χωρίς όμως να αποκλείεται να έχει χτιστεί ταυτόχρονα με το ρωμαϊκό υδραγωγείο του Χορτιάτη ή και ακόμη παλαιότερα, κατά την Ελληνιστική εποχή.

Δυστυχώς κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο καταστράφηκε και σήμερα σώζονται τρία μεγάλα κομμάτια μέσα στο ρέμα καθώς και οι θεμελιώσεις στα πρανή. Το γεγονός ότι στα τοιχώματα της υποστύλωσης υπάρχουν ανθρακικά άλατα με πάχος 2-3 cm δείχνει ότι η χρήση της σχετιζόταν αποκλειστικά με την προώθηση του νερού στην απέναντι πλευρά του ρέματος προς το Σέιχ-Σου. Το ύψος της γέφυρας αυτής πρέπει να ήταν περίπου 10 m, με 2 ή 3 τόξα και πλάτος 2 έως 2,5 m.

Αφού το νερό περνούσε επάνω από την υδατογέφυρα, συνέχιζε τη διαδρομή του προς τη Θεσσαλονίκη παράλληλα προς τον Ξηροπόταμο, από την πλευρά του Σέιχ-Σου, μέσω ενός αγωγού λαξευμένου στο βράχο. Σχιστολιθικές πλάκες κάλυπταν τον αρχαίο αυτό αγωγό για την προστασία του τρεχούμενου νερού. Σε πολλά σημεία υπάρχουν υπολείμματα από πήλινους αγωγούς που χρονολογούνται από τα Βυζαντινά χρόνια.

     Τμήμα από την κατεστραμμένη υδατογέφυρα στο ρέμα του Ξηροποτάμου στο Ρετζίκι (Φωτ. Β. Μέλφος)

Τμήμα από την κατεστραμμένη υδατογέφυρα στο ρέμα του Ξηροποτάμου στο Ρετζίκι (Φωτ. Β. Μέλφος)

Το κανάλι αυτό έφτανε έως έξω από τα τείχη της Θεσσαλονίκης. Εκεί διακλαδιζόταν προς δύο κατευθύνσεις: η μία προς την περιοχή Τσινάρι και η άλλη μέσω του τεκέ των Μεβλεβήδων στο ύψος των οδών Ολυμπιάδος και Κασσάνδρου.

Το 1918 μετά την απελευθέρωση ο Δήμος Θεσσαλονίκης βελτίωσε το δίκτυο υδροδότησης της πόλης, με αποτέλεσμα να αλλάξει τη ροή του νερού μέσω ενός χτιστού αγωγού που έφτανε έως το ύψος της στροφής Φιλύρου. Για το πέρασμα στην απέναντι πλευρά του ρέματος που έχει βάθος πάνω από 30 m, χρησιμοποιήθηκε χυτός σωλήνα που λειτουργούσε ως σιφόνι. Σε ορισμένα σημεία η απόθεση ανθρακικών αλάτων είχε δημιουργήσει στρώσεις ανθρακικού ασβεστίου, προκαλώντας μεγάλα προβλήματα στην κανονική ροή του νερού. Έτσι το 1948, σωληνώθηκε όλο το δίκτυο και στο ρέμα κατασκευάστηκε νέα υδατογέφυρα, από μπετόν.

Σημαντικό τεχνολογικό επίτευγμα του παρελθόντος και κομμάτι της πολιτιστικής μας κληρονομιάς αποτελεί το μυλοτόπι στο βορειοανατολικό όριο των Πεύκων. Πρόκειται για ένα σύνολο επτά νερόμυλων που ξεκινούν αμέσως μετά τις πηγές και καταλήγουν στο ρέμα Ξηροπόταμος. Ως «Κοιλάδα των Μύλων» αναφέρεται το ρέμα αυτό σε χάρτη του 1784.

Ακριβής χρονολόγηση δεν υπάρχει, αφού δεν έχουν ανασκαφτεί οι νερόμυλοι. Εκτιμάται όμως ότι πρέπει να λειτουργούσαν από τα Βυζαντινά χρόνια. Σε αυτό συνηγορεί και το μεγάλο πάχος ανθρακικών αλάτων, πάνω από 0,5 m σε ορισμένες περιπτώσεις, στα τοιχώματα των νερόμυλων με ανάπτυξη χαρακτηριστικών τραβερτινικών σχηματισμών.

Όλοι οι νερόμυλοι βρίσκονται σε διαφορετικά επίπεδα και χρησιμοποιούσαν το ίδιο νερό από τις πηγές. Οι τρεις πρώτοι διατάσσονται ο ένας μετά τον άλλον σε επικλινές έδαφος, ενώ οι υπόλοιποι τέσσερις βρίσκονται λίγο χαμηλότερα. Είναι σημαντικό ότι σώζονται όλα τα επιμέρους τμήματα όπως παρουσιάζονται στο σχεδιάγραμμα ενός τυπικού νερόμυλου του 14ου αι. από τη Μακεδονία.

Διακρίνονται κατά σειρά η στέρνα με το υδατοστεγές κονίαμα όπου συλλέγονταν το νερό, ο προσαγωγός, ο υδατόπυργος και το εργαστήριο. Σε όλες τις περιπτώσεις η θέση της φτερωτής είναι επιχωμένη και δεν φαίνεται. Δεκάδες κομμάτια από μυλόπετρες βρίσκονται εντοιχισμένα στα τοιχώματα των νερόμυλων, προφανώς από τις διάφορες φάσεις συντήρησης και επιδιόρθωσης των κτισμάτων σε παλαιότερες εποχές. Οι μυλόπετρες είναι χαρακτηριστικές. Οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή τους ήταν ηφαιστίτες ή ψαμμίτες, πετρώματα που δεν υπάρχουν στην ευρύτερη περιοχή.

Βυζαντινός νερόμυλος στο Ρετζίκι (Φωτ. Β. Μέλφος)

Βυζαντινός νερόμυλος στο Ρετζίκι (Φωτ. Β. Μέλφος)

Μυλόπετρα από ηφαιστειακό πέτρωμα στο βυζαντινό μυλοτόπι στο Ρετζίκι (Φωτ. Β. Μέλφος)

Το 2006 η 9η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων έκανε μία σωστική ανασκαφή στο νερόμυλο που βρίσκεται επί της οδού Παπανικολάου, αποκαλύπτοντας μία δεξαμενή με σχιστολιθικές πλάκες στο δάπεδο και υδατοστεγές κονίαμα στα τοιχώματα. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν στοιχεία για ακριβή χρονολόγηση τους.

Η περίοδος της Τουρκοκρατίας είναι εξίσου σημαντική για το Ρεντζίκι. Η παρουσία ενός κτίσματος με τρούλο, πιθανώς χαμάμ, δείχνει ότι υπήρχε οικισμός την εποχή εκείνη. Λόγω του μοναδικού φυσικού περιβάλλοντος ο Djeck Abbot διαμόρφωσε το κτήμα που κληρονόμησε από τον παππού του Barthelemy στο Ρετζίκι το 1825, και το μετέτρεψε σε ένα μαγευτικό θέρετρο, τμήμα του οποίου σώζεται μέχρι σήμερα και ονομάζεται «Δάσος Δελασάλ». Στο μέσο του κτήματος υπήρχαν σιντριβάνια, λίμνες με γέφυρες, αγάλματα και κρήνες με πολύ πλούσια βλάστηση. Στο βόρειο τμήμα υπήρχε ένα χαμάμ και στο κέντρο του Κήπου υπήρχε μία πηγή και μία υπόγεια κινστέρνα που χρησίμευε για υδρομάστευση.

Όμως για την μοναδική και μαγευτική ιστορία του κτήματος του Djeck Abbot και του «Δάσους Δελασάλ» δεσμευτήκαμε να μιλήσουμε τον επόμενο χρόνο και ανανεώσαμε το ραντεβού μας για τότε.

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βελένης Γ. (2005). Κρήνες και Φιάλες της Θεσσαλονίκης. Ταυτίσεις φωτογραφιών. Θεσσαλονικέων Πόλις Παράρτημα Τεύχους 17. 56 σ.

Κορδομενίδης Γ. (1987). Οι βυζαντινοί νερόμυλοι της Μακεδονίας. Ανθολόγιον, Έκδοση για τα 150 τεύχη του «Γιατί», 59-62.

Σιαξαμπάνη-Στεφάνου Χ. (1992). Νερόμυλοι στην ευρύτερη περιοχή της πόλης της Θεσσαλονίκης. Στο: «Άρτος Ημών». Από το στάρι στο ψωμί. Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ.112-122.

Ταμιωλάκης Γ. (1985). Η ιστορία της ύδρευσης της Θεσσαλονίκης. University Studio Press. Θεσσαλονίκη. 164 σ.

Χαραλάμπους Μ. (2001). Η Μυστική Ιστορία της Θεσσαλονίκης. Εκδόσεις Αρχέτυπο. Θεσσαλονίκη.

Χατζή Ιωάννου Μ. (1880). Αστυγραφία Θεσσαλονίκης ήτοι Τοπογραφική περιγραφή της Θεσσαλονίκης. Β΄ Έκδοση φωτοτυπημένη (1976). Εκδόσεις Νέας Πορείας. Θεσσαλονίκη 116.

Papacharalampou C., Melfos V., Voudouris K. (2012). Water supply and related constructions since antiquity in Retziki (Pefka) of Thessaloniki, Northern Greece. In the Proceedings of the 3rd IWA Specialized Conference on Water and Wastewater Technologies in Ancient Civilizations. Eds: Koyuncu I. et al. (Istanbul, Turkey, 22-24 March 2012), 154-163.