Εισαγωγή και ευαισθητοποίηση φοιτητών του Τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (Τ.Ε.Π.Α.Ε.) της Παιδαγωγικής Σχολής του Α.Π.Θ. στην έννοια της Αειφόρου Μετακίνησης

 Περίληψη

Στο παρόν άρθρο παρουσιάζεται η εκπόνηση και εφαρμογή Σχεδίου Εισαγωγής και Ευαισθητοποίησης φοιτητών του Τ.Ε.Π.Α.Ε. της Παιδαγωγικής Σχολής του Α.Π.Θ. στην έννοια της Αειφόρου Μετακίνησης μέσω της παρουσίασης του Ευρωπαϊκού Προγράμματος ΒΑΜΒΙΝΙ Intelligent Energy Europe. Στόχος του Σχεδίου ήταν να ενημερώσει και να ευαισθητοποιήσει φοιτητές του Τ.Ε.ΠΑ.Ε., ως άτομα και ως μελλοντικούς εκπαιδευτικούς, στην έννοια της αειφόρου μετακίνησης με βάση τις αρχές και τις αξίες της αειφόρου ανάπτυξης, ώστε να επηρεάσει αφενός την συμπεριφορά μετακίνησης τους ενθαρρύνοντας την πιο συνετή χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου από μέρους τους και την πιο έντονη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μετακίνησης, αφετέρου τις εκπαιδευτικές πρακτικές τους στην κατεύθυνση προώθησης πρότυπων αειφόρου μετακίνησης σε μαθητές προσχολικής ηλικίας.
Το έργο κατάφερε να καλλιεργήσει θετικές στάσεις για την αειφόρο μετακίνηση σε 37 φοιτητές/τριες-μελλοντικούς εκπαιδευτικούς και να αυξήσει περαιτέρω τη χρήση αειφόρων μέσων για τις καθημερινές τους μετακινήσεις καθιστώντας συνειδητή πλέον τη χρήση τους. Επιπρόσθετα, ενθάρρυνε την τροποποίηση της συμπεριφοράς μετακίνησης των φοιτητών για μια πιο συνετή χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου και πιο έντονη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον τρόπων μεταφοράς και μετακίνησης, καθώς και την υιοθέτηση αειφόρων προτύπων μετακίνησης και εκπαιδευτικών πρακτικών από τους ίδιους, που λειτουργούν ως πρότυπα συμπεριφοράς για τους μαθητές και μπορούν να συμβάλλουν μέσω της εκπαίδευσης και του παραδείγματος στη σταδιακή διαμόρφωση μιας νέας κουλτούρας, που υιοθετεί αειφορικά πρότυπα μετακίνησης σύμφωνα με τις αρχές και τις αξίες της βιώσιμης ανάπτυξης.

Εισαγωγή

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το μοντέλο της χωρίς όρια ανάπτυξης που επικρατεί παγκόσμια βασίζεται στην υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων, διαταράσσει   την οικολογική ισορροπία του πλανήτη και προκαλεί περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Η κριτική στο μοντέλο αυτό οδήγησε στην έννοια της βιώσιμης[i] ή αειφόρου ανάπτυξης, στο οποίο συνυπάρχει η οικολογική ισορροπία με την κοινωνική ευημερία για τις τωρινές και μελλοντικές γενιές. Το εναλλακτικό αυτό μοντέλο ανάπτυξης απασχολεί όλο και περισσότερο τη διεθνή κοινότητα στην επιδίωξή της για την αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής υποβάθμισης και την προαγωγή της ποιότητας ζωής. Ως βιώσιμη ανάπτυξη ορίζεται η ανάπτυξη που εξυπηρετεί τις ανάγκες των σημερινών γενεών, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τη δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες»[ii] (Έκθεση Brundtland[iii], «Το κοινό μας μέλλον»)

Στην έκθεση αυτή τονίζεται ότι ο στόχος της αειφόρου ανάπτυξης «απαιτεί συναίνεση όλης της κοινωνίας που μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της εκπαίδευσης» (Unesco, 2002). Η ιδέα μιας εκπαίδευσης για την αειφόρο ανάπτυξη δρομολογείται στη Διάσκεψη του ΟΗΕ στο Ρίο (1992), διατυπώνεται στην Ατζέντα 21 (UNCED 1992) και εδραιώνεται το 2002 στο Γιοχάνεσμπουργκ με τη διακήρυξη από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ της δεκαετίας 2005-2014 ως «Δεκαετίας της Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη». Ο απώτερος σκοπός είναι  «να ενσωματώσει τις αξίες και τις πρακτικές της αειφόρου ανάπτυξης σε όλες της μορφές της εκπαίδευσης και της μάθησης, ώστε να ενθαρρύνει αλλαγές στη συμπεριφορά προς τη διαμόρφωση ενός αειφόρου μέλλοντος με όρους περιβαλλοντικής ισότητας, οικονομικής αειφορίας και δίκαιης κοινωνίας για τις τωρινές και μελλοντικές γενιές» (UNESCO 2005, αναφέρεται από Δημητρίου, 2009). Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση (Π.Ε.) καλείται να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην προώθηση των στόχων της Εκπαίδευσης για την Αειφορία (Breiting et al. 2005, Φλογαΐτη 2006), αφού ενισχύει  υγιείς στάσεις απορρέουσες από νέα συστήματα αξιών και προτύπων ζωής.

Στην αναφορά Our common Future (WCED 1987) επισημαίνεται ότι «οι εκπαιδευτικοί παγκόσμια έχουν να παίξουν ουσιώδη ρόλο» βοηθώντας να «συντελεστούν οι κοινωνικές αλλαγές» που απαιτούνται για τη μετάβαση σε ένα βιώσιμο μέλλον. Στο πλαίσιο της Δεκαετίας της Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη (2005-2014) η κατάλληλη εκπαίδευση εκπαιδευτικών έχει προταθεί επίσης ως ένας από τους άξονες δράσης (UNESCO, 2005), πράγμα που επιβεβαιώνεται από  ερευνητικά δεδομένα που συνδέουν την επιτυχημένη ανάπτυξη της Π.Ε. με σωστά καταρτισμένους εκπαιδευτικούς (Gough 1998, Heimlich et al. 2004) ειδικά υπό το φως της αειφόρου ανάπτυξης (Summers et al., 2005). Η εκπαίδευση για την αειφόρο ανάπτυξη (Ε.Α.Α) αρχίζει να γίνεται μέρος των Προγραμμάτων Σπουδών και στα  Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα[iv]προσανατολίζοντας ανάλογα και την ερευνητική τους δραστηριότητα. Το Τ.Ε.Π.Α.Ε της Παιδαγωγικής Σχολής του Α.Π.Θ ανέλαβε την εκπόνηση του παρακάτω ερευνητικού έργου προς την κατεύθυνση της ευαισθητοποίησης και κατάρτισης των μελλοντικών εκπαιδευτικών σε θέματα αειφόρου διαχείρισης του περιβάλλοντος.

Στη Στρατηγική της Ε.Ε. για την Αειφόρο Ανάπτυξη (SDS) η «κλιματική αλλαγή»[v], λόγω του «φαινομένου του θερμοκηπίου»[vi] αποτελεί μια από τις μείζονες προκλήσεις. Η παγκόσμια θερμοκρασία έχει αυξηθεί κατά 0,8οC σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, μπορεί να αυξηθεί έως 6οC μέχρι το τέλος του αιώνα, ενώ ο Ο.Η.Ε. έχει ορίσει ως ανώτερο όριο αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας τους 2οC, για να αποφύγουμε τις χειρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής[vii]. Η αλλαγή του κλίματος οφείλεται εν μέρει και στις μεταφορές.Η Ε.Ε. τον Μάρτιο του 2007 υιοθέτησε τη δέσμη μέτρων «Ενέργεια για ένα μεταβαλλόμενο κόσμο» αναλαμβάνοντας δέσμευση για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2) κατά 20% έως το 2020[viii]. Ωστόσο, παρά τις βελτιώσεις στις επιδόσεις των οχημάτων, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, που προκαλούνται από τις μεταφορές, εξακολουθούν να αυξάνονται.

Η στροφή προς φιλικούς προς το περιβάλλον τρόπους μεταφοράς και μετακίνησης, που προωθεί η Ε.Ε. θέλοντας να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή[ix], απαιτεί  αλλαγή της νοοτροπίας υπέρ της μηχανοκίνητης μετακίνησης, που καλλιεργείται από τη μικρή ηλικία. Η πλειοψηφία των μετακινήσεων των παιδιών διεξάγεται με αυτοκίνητα, ενώ το μοτίβο της μετακίνησης με Ι.Χ. επαναλαμβάνεται και προωθείται μέσα από παιχνίδια, ενδύματα, διαφημίσεις, παιδικά βιβλία[x]. Τα ερεθίσματα αυτά ενισχύουν την ανάπτυξη συναισθηματικών δεσμών με το αυτοκίνητο και οδηγούν σε ενήλικες, που αντιλαμβάνονται τη χρήση του ως την πλέον λογική επιλογή για τις μετακινήσεις τους. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα ΒΑΜΒΙΝΙ Intelligent Energy Europe με σκοπό να ευαισθητοποιήσει εκπαιδευτικούς, γονείς και παιδιά της Ε.Ε (από την πολύ μικρή ηλικία) στα οφέλη των αειφόρων μέσων μετακίνησης, να επηρεάσει τις συνήθειες μετακίνησής τους και να τους στρέψει από τη χρήση Ι.Χ αυτοκινήτου στη χρήση πιο καθαρών κι ενεργειακά αποδοτικών τρόπων μετακίνησης. Όπως αναφέρεται στην Έκθεση για την Εκπαίδευση και την Αειφόρο Ανάπτυξη (UNECE 2003), «καθώς ο τρόπος ζωής και οι στάσεις αναπτύσσονται στα πρώτα χρόνια ζωής είναι σημαντικό να αρχίσουμε από την προσχολική αγωγή να αφυπνίζουμε το σεβασμό των παιδιών προς τη φύση, την κατανόηση τους σχετικά με τις σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση, καθώς και το ενδιαφέρον και τη γνώση τους για την αειφόρο ανάπτυξη».

Στο παρόν άρθρο παρουσιάζεται η εκπόνηση και η εφαρμογή Σχεδίου Εισαγωγής και Ευαισθητοποίησης φοιτητών του Τ.Ε.Π.Α.Ε της Παιδαγωγικής Σχολής του Α.Π.Θ. στην έννοια της βιώσιμης κινητικότητας[xi] μέσω της παρουσίασης του Ευρωπαϊκού Προγράμματος ΒΑΜΒΙΝΙ- Κοινωνικοποίηση για καθαρές και ενεργειακά αποδοτικές μετακινήσεις της Κοινοτικής πρωτοβουλίας Intelligent Energy Europe.

Το Σχέδιο Εισαγωγής και Ευαισθητοποίησης φοιτητών του ΤΕΠΑΕ (ΑΠΘ) στην Έννοια της Αειφόρου Μετακίνησης

Στοχοθεσία

Στόχος του έργου ήταν να ενημερώσει και να ευαισθητοποιήσει φοιτητές/μελλοντικούς εκπαιδευτικούς στην έννοια της βιώσιμης κινητικότητας με βάση τις αρχές και τις αξίες της αειφόρου ανάπτυξης, ώστε να επηρεάσει αφενός την συμπεριφορά μετακίνησης των ίδιων ενθαρρύνοντας την πιο συνετή χρήση Ι.Χ αυτοκινήτου από μέρους τους και την πιο έντονη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μετακίνησης, αφετέρου τις εκπαιδευτικές πρακτικές τους προς τη κατεύθυνση προώθησης πρότυπων αειφόρου μετακίνησης σε μαθητές προσχολικής ηλικίας.

Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση του παραπάνω ερευνητικού έργου αφορά την συνεργασία του Τ.Ε.Π.Α.Ε του Α.Π.Θ. με την Α.Ε. ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ, που συμμετείχε στο πρόγραμμα ΒΑΜΒΙΝΙ Intelligent Energy Europe (www.mobile-bambini.eu) εκπροσωπώντας την Ελλάδα στο εταιρικό σχήμα[xii].

 Μεθοδολογία Εφαρμογής

Οι ερευνητές στα πλαίσια του έργου που ανέλαβε το Τ.Ε.Π.Α.Ε.πραγματοποίησαν μία σειρά εκπαιδευτικών δράσεων, που εντάχθηκαν στα πλαίσια του ακαδημαϊκού μαθήματος επιλογής «Θέματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης» του ΣΤ΄ εξαμήνου Σπουδών της Παιδαγωγικής κατεύθυνσης του Τ.Ε.Π.Α.Ε., το οποίο παρακολούθησαν 37 φοιτήτριες/ες, και περιελάμβαναν :

α) οργάνωση θεωρητικών μαθημάτων και εργαστηρίων ενημέρωσης-ευαισθητοποίησης φοιτητών στην έννοια της βιώσιμης κινητικότητας.

Ο κύκλος των ακαδημαϊκών μαθημάτων περιελάμβανε ένα θεωρητικό μέρος, όπου έγινε εισαγωγή των φοιτητών στις έννοιες της Αειφορίας, της Αειφορικής Ανάπτυξης, της ΕΑΑ, της κλιματικής αλλαγής, του οικολογικού αποτυπώματος, της αειφόρου διαχείρισης ενέργειας και περιβάλλοντος, κι ένα εργαστηριακό μέρος αφιερωμένο στην αειφόρο μετακίνηση (την μετακίνηση που πραγματοποιείται με αειφόρα μέσα, η χρήση των οποίων εγγυάται την αειφορία) με την παρουσίαση του προγράμματος ΒΑΜΒΙΝΙ Intelligent Energy Europe (σκοπός, στόχοι) και των δράσεων που πραγματοποιήθηκαν από την ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ στα πλαίσια της συμμετοχής της στο παραπάνω έργο, καθώς και του εκπαιδευτικού υλικού που παρήχθη.

 β) εφαρμογή εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων προώθησης προτύπων αειφόρου μετακίνησης σε μαθητές προσχολικής ηλικίας. Οι δραστηριότητες επιλέχθηκαν από το προϋπάρχον εκπαιδευτικό υλικό που είχε σχεδιαστεί για παιδιά 3,5-5 ετών, αλλά  προσαρμόστηκε κατάλληλα από τους ερευνητές του Τ.Ε.Π.Α.Ε με τις αναγκαίες τροποποιήσεις, προσθήκες κι αλλαγές, ώστε να ανταποκρίνονται στα χαρακτηριστικά των παιδιών προσχολικής ηλικίας(5-6 ετών). Η υλοποίηση των δραστηριοτήτων έγινε από τους φοιτητές/τριες, που παρακολούθησαν τα μαθήματα και εργαστήρια εισαγωγής κι ευαισθητοποίησης στην αειφόρο μετακίνηση, σε δημόσια νηπιαγωγεία Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, που συνεργάστηκαν με το Τ.Ε.Π.Α.Ε.Η εφαρμογή έγινε από δυάδες φοιτητών, που εργάστηκαν συνεργατικά για την υλοποίηση δυο εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων σε κάθε τάξη σε χρονικό διάστημα τριών ημερών. Η υλοποίηση του ερευνητικού έργου έγινε μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου 2012.

 Μεθοδολογία Αξιολόγησης

Η αποτελεσματικότητα του έργου αξιολογήθηκε βάσει της μεθόδου ΜΑΧSUMO[xiii]του ευρωπαϊκού ερευνητικού έργου MAX με χρήση κατάλληλα δομημένων ατομικών ερωτηματολογίων στους συμμετέχοντες. Χρησιμοποιήθηκαν τέσσερα (4) είδη ερωτηματολογίων σύμφωνα με το μοντέλο «Πριν-Μετά» (Prè-test / Post-test):

  • 1ο ερωτηματολόγιο αξιολόγησης του προφίλ μετακίνησης των φοιτητών/τριών
  • 2ο ερωτηματολόγιο αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των θεωρητικών και εργαστηριακών μαθημάτων.
  • 3ο ερωτηματολόγιο αξιολόγησης της μεταβολής στις συνήθειες μετακίνησης των φοιτητών/τριών, ως αποτέλεσμα της παρέμβασης.
  • 4ο ερωτηματολόγιο αξιολόγησης της εφαρμογής δράσεων προώθησης της αειφόρου μετακίνησης

Το 2ο, 3ο και 4ο ερωτηματολόγιο αφορούν τη διερεύνηση α) της άποψης συμμετεχόντων για την αποτελεσματικότητα του διδακτικού υλικού στους ίδιους β) της επίδρασης του προγράμματος στη συμπεριφορά και στις στάσεις τους και γ) της άποψης που διαμόρφωσαν για την καταλληλότητα και αποτελεσματικότητα του διδακτικού υλικού για παιδιά νηπιαγωγείου, που αποτελούν ουσιαστικά και τα τρία (3) σκέλη της παρούσας έρευνας.

Αποτελέσματα - Συζήτηση

Αξιολόγηση του προφίλ μετακίνησης των συμμετεχόντων

Μετακινήσεις στην πόλη σπουδών

Το 71% των φοιτητών/τριών χρησιμοποιεί αειφόρα μέσα για μετακίνηση προς το Α.Π.Θ (29% αστικό λεωφορείο, 5% πεζή μετακίνηση, ενώ 37% συνδυάζει λεωφορείο και πεζή). Το υπόλοιπο 29% χρησιμοποιεί Ι.Χ. αυτοκίνητο (15% σχεδόν αποκλειστικά Ι.Χ, ενώ 14% συνδυάζει Ι.Χ. με λεωφορείο ή πεζή μετακίνηση). Οι φοιτητές που χρησιμοποιούν Ι.Χ. αυτοκίνητο για τη μετακίνηση προς το Α.Π.Θ. δεν χρησιμοποιούν συνεπιβατισμό, μετακινούνται ατομικά.

Καθοριστικός παράγοντας στην επιλογή μέσου μετακίνησης φαίνεται να είναι η διαθεσιμότητα εναλλακτικών μέσων μετακίνησης από και προς την περιοχή κατοικίας. Το γεγονός ότι η πλειοψηφία των ερωτηθέντων (85%) έχει τακτική εξυπηρέτηση από λεωφορείο και άμεση πρόσβαση σε στάση συνδέεται με τα υψηλά ποσοστά χρήσης λεωφορείου. Η απόσταση της κατοικίας των ερωτηθέντων από το Α.Π.Θ. αποτελεί παράγοντα για την επιλογή τρόπου μετακίνησης προς αυτό. Για απόσταση 0-2χλμ το 71% χρησιμοποιεί αειφόρα μέσα μεταφοράς (πεζή, πεζή+λεωφορείο, ποδήλατο) και μόνο το 29% Ι.Χ. αυτοκίνητο+αειφόρα μέσα, ενώ για απόσταση μεγαλύτερη των 5χλμ το 40% χρησιμοποιεί λεωφορείο, το 30% πεζή+λεωφορείο και το 29% Ι.Χ. αυτοκίνητο. Η διαθεσιμότητα Ι.Χ. αυτοκινήτου αποτελεί έναν ακόμα παράγοντα επιλογής τρόπου μετακίνησης. Το 29% των φοιτητών/τριών που έχει στη διάθεση του Ι.Χ. κάνει χρήση αυτού, ενώ το υπόλοιπο 71% (που δεν έχει) μετακινείται με λεωφορείο ή πεζή. Δεν παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των τρόπων που επιλέγουν οι φοιτητές/τριες για τη μετακίνηση προς το Α.Π.Θ και των τρόπων που επιλέγουν για τις λοιπές μετακινήσεις τους στη Θεσσαλονίκη.

Μετακινήσεις στην πόλη μόνιμης κατοικίας

Στην πόλη μόνιμης κατοικίας παρατηρείται σημαντική αύξηση στη συχνότητα χρήσης Ι.Χ. αυτοκινήτου (42%) και μείωση στη συχνότητα χρήσης αστικού λεωφορείου, ενώ ελαφρώς αυξημένη παρουσιάζεται η χρήση ποδηλάτου. Παρά την αύξηση της χρήσης Ι.Χ. αυτοκινήτου, η πεζή μετακίνηση εξακολουθεί να παραμένει ο δημοφιλέστερος τρόπος μετακίνησης, ενώ η χρήση λεωφορείου -αν και μειωμένη- εξακολουθεί να είναι σημαντική. Επιπλέον, η πλειοψηφία (83%) των φοιτητών/τριών, που μετακινείται με Ι.Χ. χρησιμοποιεί συνεπιβατισμό.

Η αύξηση της χρήσης Ι.Χ. αυτοκινήτου συνδέεται με την μεγαλύτερη διαθεσιμότητα Ι.Χ. στην πόλη μόνιμης κατοικίας. Σημαντικός παράγοντας στην επιλογή μέσου μετακίνησης φαίνεται να είναι και η διαθεσιμότητα εναλλακτικών τρόπων μετακίνησης. Η μείωση της χρήσης λεωφορείου συνδέεται με τη λιγότερο τακτική εξυπηρέτηση στην πόλη μόνιμης κατοικίας σε σχέση με την πόλη σπουδών, ενώ η αυξημένη δυνατότητα δωρεάν στάθμευσης στην πόλη μόνιμης κατοικίας ενθαρρύνει τη χρήση Ι.Χ αυτοκινήτου. 

Μετακινήσεις από την Θεσσαλονίκη  στην πόλη μόνιμης κατοικίας

Το 71% επιλέγει τη χρήση υπεραστικού λεωφορείου για τη μετακίνησή του ανάμεσα στη Θεσσαλονίκη και την πόλη μόνιμης κατοικίας και το 6% τη χρήση τρένου. Το 24% επιλέγει μετακίνηση με Ι.Χ αυτοκίνητο είτε ως οδηγός (6%), είτε ως επιβάτης (18%).

Μετακινήσεις κατά την παιδική και εφηβική ηλικία

Η πεζή μετακίνηση αποτελούσε τον κύριο τρόπο μετακίνησης των φοιτητών/τριών προς/από το σχολείο. Το ποσοστό χρήσης της αυξάνει, καθώς μεγαλώνει η ηλικία και αγγίζει το 74% κατά τη φοίτηση στο Δημοτικό. Σε μεγαλύτερες ηλικίες (Γυμνάσιο & Λύκειο) το ποσοστό αυτό αρχίζει να υποχωρεί υπέρ της χρήσης λεωφορείου. Η κατάσταση διαφοροποιείται στις λοιπές μετακινήσεις. Η χρήση λεωφορείου για μετακινήσεις πλην σχολείου αυξάνεται με την ηλικία και φτάνει στο 46% στο Λύκειο, ενώ το ποσοστό πεζής μετακίνησης -αν και χαμηλότερο σε σχέση με το αντίστοιχο για μετακινήσεις από/προς το σχολείο- και ποδηλάτου παραμένουν γύρω στο 48% και 11% σε όλα τα ηλικιακά στάδια. Η χρήση Ι.Χ αυτοκινήτου είναι σχεδόν διπλάσια για τις υπόλοιπες μετακινήσεις σε σχέση με αυτές προς/από το σχολείο.

Συνοψίζοντας όσον αφορά το προφίλ μετακίνησης των συμμετεχόντων:

α) η αξιολόγηση των συνηθειών μετακίνησης τους έδειξε ότι η χρήση αειφόρων τρόπων μετακίνησης είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη. Η επιμέρους ανάλυση, όμως, των στοιχείων αποδεικνύει ότι αυτό δεν είναι συνειδητή επιλογή, αφού κάποιοι/ες δηλώνουν ότι δεν είχαν καν συνειδητοποιήσει ότι μετακινούνταν οικολογικά. Παρά την αυξημένη χρήση αειφόρων τρόπων μετακίνησης, η χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου δεν είναι αμελητέα και αυξάνει, όταν αυξάνει η διαθεσιμότητά του.

β) διαφαίνεται σύνδεση μεταξύ του τρόπου μετακίνησης κατά την παιδική κι εφηβική ηλικία και της επιλογής τρόπων μετακίνησης μετά την ενηλικίωση. Παρατηρείται ότι οι φοιτητές/τριες, που χρησιμοποιούν σχεδόν αποκλειστικά Ι.Χ. για τις μετακινήσεις τους, χρησιμοποιούσαν πολύ συχνά μηχανοκίνητα μέσα και στην παιδική κι εφηβική ηλικία. Πιθανότατα δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι και οι δύο φοιτήτριες του δείγματος που χρησιμοποιούσαν μηχανή ή μοτοποδήλατο στην εφηβική ηλικία χρησιμοποιούν σχεδόν αποκλειστικά Ι.Χ. για τις μετακινήσεις τους.

Αξιολόγηση του ερευνητικού έργου 

Οι 37 φοιτήτριες/τές του Τ.Ε.Π.Α.Ε που συμμετείχαν στο παρόν ερευνητικό έργο, αφού παρακολούθησαν μια σειρά από εργαστηριακά μαθήματα εισαγωγής και ευαισθητοποίησης στην έννοια της βιώσιμης κινητικότητας, προχώρησαν στην εφαρμογή σε 29 Δημόσια Νηπιαγωγεία εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων ευαισθητοποίησης μαθητών προσχολικής ηλικίας στην χρήση περισσότερο καθαρών και ενεργειακά αποδοτικών -εναλλακτικών του Ι.Χ- μέσων μεταφοράς και μετακίνησης. Στις εκπαιδευτικές αυτές δραστηριότητες, που σχεδιάστηκαν από το Τ.Ε.Π.Α.Ε βάσει του εκπαιδευτικού υλικού του BAMBINI με τις αναγκαίες τροποποιήσεις ώστε να είναι κατάλληλες για την προσχολική ηλικία, συμμετείχαν 517 νήπια ηλικίας 5-6 ετών. Οι συμμετέχοντες αξιολογούν ως θετικά στοιχεία τόσο την ενημέρωση που έλαβαν και την ευαισθητοποίησή τους στην αειφόρο μετακίνηση, όσο και την συμμετοχή τους στην υλοποίηση δράσεων ευαισθητοποίησης παιδιών προσχολικής ηλικίας στη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μετακίνησης.

α) Άποψη φοιτητών/τριών για την αποτελεσματικότητα του διδακτικού υλικού στους ίδιους

α.i) Τα εργαστηριακά μαθήματα φαίνεται ότι ικανοποίησαν το σύνολο των συμμετεχόντων ως προς τις γνώσεις που απεκόμισαν σχετικά με τη βιώσιμη κινητικότητα και το πρόγραμμα. Οι φοιτητές/τριες επισημαίνουν ως θετικό στοιχείο τη γενικότερη ενημέρωση τους για τις έννοιες αειφορία, αειφόρος ανάπτυξη. Κάποιοι δηλώνουν ότι είχαν άγνοια για τις παραπάνω έννοιες και ότι ουσιαστικά πρώτη φορά πληροφορήθηκαν σχετικά 

…«έμαθα όρους, όπως η αειφόρος ανάπτυξη, που δεν υπήρχαν στο λεξιλόγιο μου»

…«δεν είχα προηγούμενη γνώση, οι έννοιες αειφορία και αειφορική ανάπτυξη μου ήταν μεν γνωστές, αλλά μεγαλύτερη εμβάθυνση δεν είχα».

Η διαπίστωση αυτή συνάδει με ευρήματα σχετικών ερευνών, όπου επισημαίνεται περιορισμένη γνώση και κατανόηση της έννοιας της αειφορίας (Liarakou, Daskolia and Flogaitis 2007, Cotton et al. 2007, Zahariou & Kadji-Beltran 2009) σε  φοιτητές πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στην Ευρώπη (Jucker 2002, αναφέρεται από Φλογαίτη και Λιαράκου 2008), σε Έλληνες εκπαιδευτικούς προσχολικής εκπαίδευσης (Μπαρμπέρη 2005, αναφέρεται από Φλογαίτη και Λιαράκου 2008), σε φοιτητές/μελλοντικούς εκπαιδευτικούς (Δασκολιά & Λιαράκου 2008, αναφέρεται από Φλογαίτη και Λιαράκου 2008) και σε εκπαιδευτικούς και των δύο βαθμίδων (Καραμέρης, Ράγκου και Παπανικολάου, 2006). Οι παραπάνω έρευνες επιβεβαιώνουν ότι οι εκπαιδευτικοί που ασχολούνται με την Π.Ε. έχουν ακούσει τον όρο «αειφορία», λίγοι όμως κατέχουν την έννοια. 

α.ii) Φαίνεται ότι μέσα από τα εργαστηριακά μαθήματα οι φοιτητές/τριες όχι μόνο γνώρισαν τις βασικές έννοιες της αειφορίας και της αειφόρου ανάπτυξης, αλλά ενημερώθηκαν ειδικότερα για την αειφόρο μετακίνηση, τα φιλικά προς το περιβάλλον μέσα μεταφοράς και μετακίνησης μέσω της παρουσίασης του ευρωπαϊκού προγράμματος BAMBINI. Παράλληλα επισημαίνουν τη χρησιμότητα και την πρακτική εφαρμογή των παρεχόμενων πληροφοριών

…«ενημερωθήκαμε για την κλιματική αλλαγή, τις μεταφορές …το οικολογικό αποτύπωμα,  το συνεπιβατισμό…έννοιες που αγνοούσαμε»

…«πλέον γνωρίζουμε τα αειφόρα μέσα μετακίνησης…έχουμε πληροφορηθεί τα θετικά της χρήσης τους»

…«μου άρεσε που επικεντρωθήκαμε και σε τρόπους με τους οποίους μπορούμε να κάνουμε τους φιλικούς προς το περιβάλλον τρόπους μετακίνησης κομμάτι της ζωής μας»

Η απόκτηση γνώσεων από τους συμμετέχοντες (για την αειφορία, την αειφόρο ανάπτυξη, την αειφόρο μετακίνηση) μέσα από τη συμμετοχή τους στο ερευνητικό πρόγραμμα συμφωνεί με άλλα ευρήματα (Mangas, Martinez & Pedauye 1997), όπου οι εκπαιδευόμενοι μέσα από τη συμμετοχή τους σε προγράμματα Π.Ε. φαίνεται να έχουν παρουσιάσει βελτίωση των γνώσεών τους ή να έχουν αποκτήσει γνώσεις, που σχετίζονται με τα ειδικότερα θέματα των αντίστοιχων προγραμμάτων (Kortland 1997, Sebasto & Semrau 2004). Αυτό είναι σημαντικό, καθώς η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών οφείλει να περιλαμβάνει τις επιστημονικές γνώσεις που επιτρέπουν την κατανόηση των αιτιών, των συνεπειών και των προτεινόμενων λύσεων για τα περιβαλλοντικά ζητήματα (UNESCO 1997), αφού από τις γνώσεις και αντιλήψεις τους εξαρτάται η αποτελεσματικότητα της προσέγγισης των περιβαλλοντικών θεμάτων (UNEP 2000).

α.iii) Η πλειοψηφία των φοιτητών/τριών αναφέρει ότι τα εργαστηριακά μαθήματα τους βοήθησαν όχι μόνο να συνειδητοποιούν την σημασία της αειφόρου μετακίνησης (προβλήματα από την αλόγιστη χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου, οφέλη από τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μετακίνησης), αλλά να προβληματιστούν αναφορικά με τις επιλογές μετακίνησής τους και τις συνέπειες αυτών στην ποιότητα του φυσικού περιβάλλοντος, της δικής τους ζωής και των μελλοντικών γενεών και να σκεφτούν πώς μπορούν να κάνουν την οικολογική μετακίνηση κομμάτι της καθημερινότητάς του. Επίσης να συνειδητοποιήσουν τη δύναμη της ατομικής προσπάθειας και ευαισθητοποίησης για αλλαγή των αποκτημένων συνηθειών μετακίνησης για ένα βιώσιμο μέλλον

…«το πρόγραμμα με ευαισθητοποίησε… τώρα γνωρίζω και μπορώ να κάνω καλύτερες επιλογές μετακίνησης»

«δεν είχα σκεφτεί ότι με την αλόγιστη χρήση  Ι.Χ. αυτοκινήτου συμβάλλουμε στην εξάντληση φυσικών πόρων και στη μόλυνση του περιβάλλοντος»

…«οι συνέπειες των ατομικών πράξεων δεν περίμενα να είναι τόσο τραγικές, αλλά και τόσο σωτήριες»

…«πλέον κατανοώ πόσο επιβαρύνεται το περιβάλλον από τη συμπεριφορά μας… αν περιορίσουμε τη χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου και χρησιμοποιούμε φιλικά προς το περιβάλλον μέσα μετακίνησης, θα ωφελήσουμε το περιβάλλον και τον εαυτό μας».

Η διεθνής και ελληνική βιβλιογραφία περιλαμβάνει μια σειρά ερευνών σχετικές με την ευαισθητοποίηση, τη στάση και τη συμπεριφορά των ατόμων απέναντι στα περιβαλλοντικά προβλήματα (Δημητρίου & Χατζηνικήτα 2003, Λιαράκου κ.ά. 2006). Η αίσθηση της αποτελεσματικότητας της προσωπικής πράξης (σημείο εσωτερικού ελέγχου-internal locus of control) έχει χρησιμοποιηθεί σε διάφορες έρευνες ως ένα από τα κριτήρια θετικής στάσης σχετικά με την αντιμετώπιση περιβαλλοντικών προβλημάτων. Το κριτήριο αυτό αποτελεί σημαντική παράμετρο για αποτελεσματική Ε.Α.Α., δεδομένου ότι η ενδυνάμωση της πεποίθησης των ατόμων ότι έχουν τη δύναμη να αλλάξουν τις συνθήκες της ζωής τους και η ενεργός συμμετοχή τους σε συλλογικές  δράσεις είναι διευκολυντικός παράγοντας για την επίλυση ζητημάτων της κοινωνίας στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης (Gough 1997, Huckle 1991,  Sauve 1999, Tilbury & Wortmam 2004).

 β) Άποψη που διαμόρφωσαν οι συμμετέχοντες για την καταλληλότητα και αποτελεσματικότητα του διδακτικού υλικού για παιδιά νηπιαγωγείου

Οι φοιτητές/τριες αξιολογούν θετικά την υλοποίηση των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων ευαισθητοποίησης παιδιών προσχολικής ηλικίας στη χρήση περισσότερο καθαρών και ενεργειακά αποδοτικών -εναλλακτικών του Ι.Χ- μέσων μεταφοράς και μετακίνησης, που σχεδιάστηκαν από το Τ.Ε.Π.Α.Ε.

β.i) Το σύνολο των συμμετεχόντων θεωρεί ότι οι εκπαιδευτικές δραστηριότητεςγια την αειφόρο μετακίνησηήταν εύκολα κατανοητές και ηλικιακά κατάλληλες, ώστε να εξασφαλίσουν το ενδιαφέρον και την ενεργητική συμμετοχή των προσχολικών παιδιών, των οποίων τις θετικές αντιδράσεις καταγράφουν

…«η αειφορική μετακίνηση είναι μια θεματική προσιτή για παιδιά νηπιαγωγείου, έχει να κάνει με άμεσες εμπειρίες τους από καθημερινές μετακινήσεις, ταξίδια και μπορεί να διδαχθεί εύκολα με δραστηριότητες κατάλληλες για την ηλικία τους»

…«με εξέπληξε το πώς ανταποκρίθηκαν τα παιδιά, οι ιδέες που είχαν…από τις αντιδράσεις τους φάνηκε να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα…υπήρχε μεγάλη συμμετοχή»

β.ii) Η συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων θεωρεί ότι οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες συνέβαλλαν στο να αρχίσουν τα νήπια να διαμορφώνουν θετικές στάσεις για τα αειφόρα μέσα μετακίνησης και να αυξήσουν τη χρήση τους. Πολλοί/ες φοιτητές/τριες αναφέρουν ότι διατύπωναν ιδέες, γνώσεις, εμπειρίες δείχνοντας να κατανοούν τα προβλήματα από τη χρήση του Ι.Χ. αυτοκινήτου και να προβληματίζονται για τα οφέλη από τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μετακίνησης. Αρκετές επισημαίνουν ότι υπήρχαν παιδιά που δήλωσαν ότι θα ζητήσουν από τους γονείς τους να έρχονται με τα πόδια στο σχολείο και να μειώσουν τη χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου

…«τα παιδιά προβληματίστηκαν για τις επιπτώσεις της ευρείας χρήσης Ι.Χ. αυτοκινήτου και προσπάθησαν να βρουν λύσεις: να πηγαίνουμε με τα πόδια, να παίρνουμε το λεωφορείο… έτσι ο αέρας δεν μολύνεται και αυτό μας κάνει καλό…»

…«κατανόησαν πως για κοντινές αποστάσεις μπορούμε να χρησιμοποιούμε περπάτημα ή ποδήλατο και για μακρινές μέσα μαζικής μεταφοράς ή συνεπιβατισμό»

…«γνώριζαν το ποδήλατο και το πατίνι μέσα από τα παιχνίδια τους και τους ακούστηκε ευχάριστα να τα χρησιμοποιούν και γι’ άλλο σκοπό…ένιωσαν σπουδαίοι που έτσι κάνουν καλό στο περιβάλλον»

…«όσα πήγαιναν στο σχολείο με το αυτοκίνητο ανέφεραν ότι θα πουν τους γονείς τους να πηγαίνουν περπατώντας και να χρησιμοποιούν λιγότερο το Ι.Χ. αυτοκίνητο»

Τα ευρήματα της παρούσας εργασίας συνάδουν με ευρήματα αντίστοιχης έρευνας (Μανδρίκας και Σκορδούλης, 2010), στην οποία επισημαίνεται η ευαισθητοποίηση μαθητών από προγράμματα Π.Ε. και μάλιστα με μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, που προέρχεται από την εμπειρία συμμετοχής τους. Η Π.Ε στην προσχολική αγωγή είναι το πρώτο σκαλοπάτι για τη δημιουργία περιβαλλοντικά ενήμερων και υπεύθυνων πολιτών που θα συμβάλλουν στη βιωσιμότητα του πλανήτη (Wilson, 1994), καθώς οι περιβαλλοντικές στάσεις, αξίες, συμπεριφορές διαμορφώνονται από τα πρώτα χρόνια ζωής (Tilbury, 1994), παράγοντας που είναι ικανός να δημιουργήσει προσωπική δέσμευση σε δράσεις αειφορίας(Giddens, 1997). Η εξοικείωση παιδιών μικρής ηλικίας με τις επιπτώσεις ανθρώπινων δραστηριοτήτων στο περιβάλλον ενισχύει το περιβαλλοντικό ενδιαφέρον στην ενήλικη ζωή, ιδιαίτερα σε συνθήκες όπου η επιβίωση εξαρτάται άμεσα από την ποιότητα και διαθεσιμότητα των φυσικών πόρων (Korhonen & Lappalainen 2004).

β.iii) Λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία τους το σύνολο των φοιτητών/τριών θεωρούν ότι η θεματική της αειφόρου μετακίνησης μπορεί να ενταχθεί στο πρόγραμμα δραστηριοτήτων των νηπιαγωγείων, αλλά και σε μαθήματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Πανεπιστημιακών Παιδαγωγικών Τμημάτων

…«η βιώσιμη κινητικότητα μπορεί να διδαχθεί στην προσχολική ηλικία θέτοντας τις βάσεις από νωρίς για δημιουργία υπεύθυνης περιβαλλοντικής συμπεριφοράς»

…«η θεματική της αειφόρου μετακίνησης είναι καλό να ενταχθεί στα πλαίσια ακαδημαϊκών μαθημάτων Π.Ε. και να αξιοποιηθεί παιδαγωγικά μέσω εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων και πρακτικών σε παιδιά προσχολικής ηλικίας.

β.iv) Επιπροσθέτως, το σύνολο αυτών δηλώνει ότι σκοπεύει να επαναλάβει στο μέλλον την υλοποίηση δραστηριοτήτων προώθησης προτύπων αειφόρου μετακίνησης στους αυριανούς μαθητές τους κατά τη διάρκεια της εργασίας τους σε νηπιαγωγεία

…«σαν μελλοντική εκπαιδευτικός σκοπεύω να υλοποιήσω δράσεις προώθησης της αειφόρου μετακίνησης σε παιδιά προσχολικής ηλικίας, καθώς πρόκειται για δραστηριότητες που έχουν νόημα γι’ αυτάευαισθητοποιώντας τα στη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μετακίνησης»

…«η μετακίνηση είναι μέρος της ζωής των παιδιών…θεωρούμε σημαντική την υλοποίηση τέτοιων δραστηριοτήτων σε προσχολικές τάξεις, ώστε να αρχίσουν να διαμορφώνουν συνήθειες μετακίνησης φιλικές προς το περιβάλλον».

γ) Επίδραση του προγράμματος στην συμπεριφορά και στις στάσεις των συμμετεχόντων

γ.i) Το σύνολο των φοιτητών/τριών (99%) δηλώνει ότι τόσο η ενημέρωση που είχε για την αειφόρο μετακίνηση, όσο και η προσωπική εμπλοκή σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες προώθησης προτύπων αειφόρου μετακίνησης σε μαθητές προσχολικής ηλικίας έχουν επηρεάσει τον τρόπο σκέψης και την αντίληψη του αναφορικά με τις μετακινήσεις και τη χρήση του Ι.Χ αυτοκινήτου. Το 88% του δείγματος, όντας ευαισθητοποιημένο από την συμμετοχή του στο ερευνητικό πρόγραμμα, δηλώνει ότι σκέφτεται την τροποποίηση του τρόπου μετακίνησής του προς κατευθύνσεις αειφορικές (λεωφορείο, πεζή, ποδήλατο -σε ποσοστό 59%-  και συνεπιβατισμό).

γ.ii) Η διαφορά ανάμεσα στο pre και post test έδειξε ότι το 55% του δείγματος προχώρησε στη δοκιμή νέων οικολογικών τρόπων μετακίνησης, ενώ το υπόλοιπο 45% ήδη χρησιμοποιούσε αειφόρα μέσα για τις περισσότερες μετακινήσεις του. Μεταξύ αυτών που δηλώνουν ότι δοκίμασαν νέους τρόπους μετακίνησης συγκαταλέγονται φοιτητές/τριες, που δήλωναν ότι δεν προτίθενται να τροποποιήσουν τον τρόπο μετακίνησής τους και φοιτητές/τριες που ήδη χρησιμοποιούσαν οικολογικούς τρόπους και μετά την ενημέρωση που έλαβαν είτε αύξησαν περαιτέρω τη χρήση τους, είτε προχώρησαν στη δοκιμή νέων (ποδηλάτου ή συνεπιβατισμού). Το 39% που προχώρησαν στην δοκιμή νέων αειφόρων τρόπων μετακίνησης στην Θεσσαλονίκη δοκίμασαν να μετακινηθούν με λεωφορείο, το 33% πεζή, το 21% με ποδήλατο και το 17% με συνεπιβατισμό. Τα αντίστοιχα ποσοστά για την πόλη μόνιμης κατοικίας ήταν πεζή 57%, με συνεπιβατισμό 29% και με ποδήλατο 14%

…«παρότι το ποδήλατο, το περπάτημα ήταν υποτιμημένοι όροι στη ζωή μας, πλέον κατέχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Επιπλέον μειώσαμε τη χρήση του αυτοκινήτου»

…«χρησιμοποιώ περισσότερο το λεωφορείο, τον συνεπιβατισμό»

…«ξεκίνησα να χρησιμοποιώ για κοντινές αποστάσεις το ποδήλατο μου, που είχα να χρησιμοποιήσω χρόνια»

…«πλέον μετακινούμαι πεζή, όταν είναι εφικτό και τα οφέλη είναι πολλαπλά, γιατί ασκούμαι, κάνω οικονομία και συμβάλλω στην αειφορία»

Συγκρίνοντας την συχνότητα χρήσης των διαφόρων τρόπων μετακίνησης πριν και μετά την συμμετοχή στο ερευνητικό έργο μεταξύ των 18 φοιτητών/τριών, που δηλώνουν ότι προχώρησαν στην δοκιμή νέων οικολογικών τρόπων μετακίνησης, παρατηρούμε ότι η χρήση πεζής μετακίνησης και ποδηλάτου έχει αυξηθεί σημαντικά. Αύξηση παρουσιάζει και η χρήση συνεπιβατισμού.

Η παραπάνω συμπεριφορά (περιγραφόμενη και ενδεχόμενη) των ατόμων του δείγματος αποτελεί σύμφωνα με τη βιβλιογραφία κριτήριο θετικής στάσης σχετικά με την αντιμετώπιση περιβαλλοντικών προβλημάτων (Δημητρίου & Χατζηνικήτα 2003, Λιαράκου κ.ά. 2006). Τα παραπάνω κριτήρια αποτελούν σημαντικές παραμέτρους για την αποτελεσματική Ε.Α.Α., δεδομένου ότι η συμπεριφορά είτε ενδεχόμενη είτε περιγραφόμενη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ερμηνευθεί η ικανότητα δράσης των ατόμων στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης (Jensen & Schnack 1997), ικανότητα που προαπαιτεί κριτική σκέψη και στοχεύει στην καλλιέργεια προσωπικής και συλλογικής δέσμευσης με παράλληλη ενδυνάμωση των ατόμων, ώστε να καταστούν παράγοντες κοινωνικής αλλαγής προς τη κατεύθυνση της αειφόρου ανάπτυξης (Robottom & Hart 1995).

γ.iii) Οι συμμετέχοντες στη πλειοψηφία τους επανεξετάζουν τα πρότυπα και τις συνήθειες μετακίνησής τους και κάνουν λόγο για συνειδητή πλέον χρήση φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μεταφοράς -κάτι που κάποιοι φοιτητές του δείγματος έκαναν μεν μέχρι τώρα, όχι όμως συνειδητά- και πιο συνετή χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου. Λειτουργώντας έτσι αναγνωρίζουν ότι αφενός «βάζουν το δικό τους λιθαράκι» στη προστασία του περιβάλλοντοςκαι την εξασφάλιση ποιότητας ζωής για τις τωρινές και μελλοντικές γενιές, αφετέρου μέσω της υιοθέτησης από μέρους τους «αειφόρων» πρακτικών μετακίνησης μπορούν να γίνουν πρότυπο μίμησης από τους μαθητές τους βοηθώντας τους  να αναπτύξουν σταδιακά αειφόρες συνήθειες μετακίνησης

…«ο συνεπιβατισμός είναι ένας τρόπος συνετής χρήσης Ι.Χ. αυτοκινήτου που χρησιμοποιούσαμε ήδη, αλλά θα χρησιμοποιούμε τώρα περισσότερο»

«δεν έκανα αλόγιστη χρήση αυτοκινήτου. Χρησιμοποιούσα λεωφορεία, τρένα, ποδήλατο, πεζή, αλλά δεν το έκανα με το σκεπτικό ότι έτσι συμβάλλω στην προστασία του περιβάλλοντος και την εξασφάλιση της ποιοτικής ζωής και για τις μελλοντικές γενιές»

…«η μειωμένη χρήση του Ι.Χ., ως συνεπιβάτες, καθώς δεν οδηγούμε, έγινε συνειδητά… θελήσαμε να περπατούμε και να βελτιώνουμε την υγεία μας, γνωρίζουμε ότι έτσι βάζουμε το λιθαράκι μας στην προστασία του περιβάλλοντος, την υγιή ανάπτυξη των παιδιών και κάνουμε τον πλανήτη καλύτερο γι’ αυτά»

Παρόλο που αναφέρονται στη βιβλιογραφία περιπτώσεις εκπαιδευόμενων των οποίων οι στάσεις και συμπεριφορές δεν αλλάζουν (Kortland 1997, Sebasto & Semrau 2004) μετά τη συμμετοχή σε εκπαιδευτικά προγράμματα Π.Ε., τα ευρήματα της παρούσας έρευνας είναι αντίθετα (πιθανότατα επειδή αφορά συμμετοχή σε ερευνητικό πρόγραμμα) επιβεβαιώνοντας άλλες σχετικές έρευνες (Mangas, Martinez & Pedauye 1997), όπου διαπιστώνεται  ότι οι εκπαιδευόμενοι μέσα από την ενεργή συμμετοχή τους σε προγράμματα Π.Ε. παρουσίασαν τροποποίηση των στάσεων τους.

γ.iv) Η επεξεργασία και ανάλυση του περιεχομένου των αυτοαξιολογητικών κειμένων προσωπικής έκφρασης των φοιτητών/τριών υπογραμμίζει τη θετική εμπειρία από τη συμμετοχή τους στα μαθήματα-εργαστήρια και την εμπλοκή τους σε δραστηριότητες προώθησης προτύπων αειφόρου μετακίνησης σε μαθητές νηπιαγωγείου. Στην πλειοψηφία τους περιγράφουν αλλαγές τόσο σε προσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο

…«η εμπειρία αυτή ήταν κίνητρο να υιοθετήσω έναν άλλο τρόπο σκέψης και λειτουργίας στην προσωπική μου ζωή, που να λαμβάνει υπόψη το μεγάλο μας σπίτι, τον πλανήτηθα συνεχίσω την προσπάθειά μου να ελαττώσω τη χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου και να δοκιμάσω κι άλλους εναλλακτικούς τρόπους μετακίνησης»

…«η συμμετοχή μου με επηρέασε ως άνθρωπο και μελλοντικό εκπαιδευτικό… συνειδητοποίησα ότι μέσω των δικών μου συνηθειών μετακίνησης μπορώ να  επηρεάσω θετικά τους μαθητές μου»

…«το πρόγραμμα με ώθησε να σκεφτώ το ποδήλατο εκ νέου και πιθανά να το χρησιμοποιήσω ως παράδειγμα στη μετακίνησή μου στο νηπιαγωγείο… σκέφτομαι να εντάξω τέτοιες συνήθειες στην καθημερινή μετακίνησή μου στο σχολείο… οι δικές μου συνήθειες μπορούν να γίνουν παράδειγμα για τα νήπια»

Παρόλο που στην Ελλάδα η επιστημονική έρευνα αναφορικά με τη διερεύνηση των απόψεων των νηπιαγωγών για την εφαρμογή της Π.Ε. στη πράξη είναι περιορισμένη (Σκαναβή κ.ά., 2005), η επισκόπηση της βιβλιογραφίας περιλαμβάνει μια σειρά ερευνών σχετικών με τη στάση και τη συμπεριφορά τους απέναντι στα περιβαλλοντικά προβλήματα, αλλά και τη διδακτική πρακτική τους (Flogaitis et al. 2005, Γραμμένου & Παπαδοπούλου 2007). Η υλοποίηση προγραμμάτων Π.Ε. επηρεάζει θετικά τη διδακτική και την περιβαλλοντική συμπεριφορά των εκπαιδευτικών (Μπαλάσκας, Ραβάνης και Ζόμπολα, 2012), ενώ αντίστοιχα φοιτητές των Παιδαγωγικών Τμημάτων, που συμμετείχαν σε πρόγραμμα Π.Ε., θεωρούν πιθανό ως εκπαιδευτικοί να υλοποιήσουν προγράμματα Π.Ε. με τους μαθητές τους (Μανδρίκας και Σκορδούλης, 2010). Στην ίδια έρευνα φαίνεται ότι το σύνολο των φοιτητών επηρεάστηκε σε συναισθηματικό επίπεδο μέσα από τη συμμετοχή σε μάθημα Π.Ε., το 1/3 του δείγματος δηλώνει ότι επηρεάστηκε άμεσα τροποποιώντας καθημερινές συνήθειες (εξοικονόμηση νερού κι ενέργειας, μείωση υπερκατανάλωσης) και το 1/2 έμμεσα, δηλώνοντας διάθεση ενεργοποίησης και δράσης. Η παραπάνω συναισθηματική εμπλοκή, μια από τις «μεταβλητές εισόδου» που σε συνδυασμό με άλλες παράγουν περιβαλλοντικά υπεύθυνη συμπεριφορά σύμφωνα με το μοντέλο των Hungerford και Volk, που την ορίζουν ως «ενσυναισθητική (empathetic) προοπτική προς το περιβάλλον» (1990), είναι αυτή που παράγει την προσωπική τους ευαισθησία και πιθανώς την επιθυμία να τη μεταλαμπαδεύσουν στους μελλοντικούς μαθητές τους (Γεωργόπουλος, Δημητρίου και Μπιρμπίλη, 2008).

Παρότι από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 άρχισαν να εισάγονται μαθήματα Π.Ε. στα Παιδαγωγικά Τμήματα των Πανεπιστημίων της χώρας (Φλογαΐτη, 1998), ερευνητικά δεδομένα υποστηρίζουν ότι οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί που ασχολούνται με την Π.Ε. -η οποία έχοντας προαιρετικό χαρακτήρα γίνεται σε εθελοντική βάση από μια μερίδα εκπαιδευτικών με περιβαλλοντικές ανησυχίες και με πολλά εμπόδια (Παπαδημητρίου, 1995)- δεν είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν το αντικείμενο κατά τις ακαδημαϊκές σπουδές τους (Φύκαρης, 1998) και ότι είναι ανάγκη να συνεχιστεί η μελέτη των περιβαλλοντικών θεμάτων στα προγράμματα σπουδών αρχικής κατάρτισης των υποψηφίων εκπαιδευτικών (Papadimitriou, 2004). Καθώς οι εκπαιδευτικοί αποτελούν τον κύριο φορέα αγωγής και συντελεστή κάθε εκπαιδευτικής αλλαγής (Lally et al., 1992, αναφέρεται από Βασάλα και συν., 2002), η κατάρτισή τους είναι καθοριστική για προώθηση στάσεων υπέρ της αειφόρου ανάπτυξης.

Αναφορικά με την επίδραση του προγράμματος στη συμπεριφορά και στις στάσεις των συμμετεχόντων και την αποτελεσματικότητα του υλικού ακολουθεί συγκριτική παρουσίαση των αποτελεσμάτων στον παρακάτω πίνακα.

Πίνακας 1: Επίδραση του προγράμματος στη συμπεριφορά και στις στάσεις των συμμετεχόντων και την αποτελεσματικότητα του υλικού

 

Συμπεράσματα

Στην παρούσα έρευνα οι φοιτήτριες του Τ.Ε.Π.Α.Ε., που συμμετείχαν στο ερευνητικό πρόγραμμα, αξιολογούν θετικά τόσο την ενημέρωση κι ευαισθητοποίησή τους στην έννοια της αειφόρου μετακίνησης, όσο και την εκπαίδευση τους σε πρακτικές προώθησης προτύπων αειφόρου μετακίνησης, που επεκτάθηκε στην υλοποίηση κατάλληλων για την προσχολική ηλικία εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων σε 29 τάξεις Νηπιαγωγείου και 519 μαθητές 5-6 ετών.

Το ερευνητικό έργο κατάφερε να καλλιεργήσει θετικές στάσεις για την αειφόρο μετακίνηση σε 37 φοιτητές/τριες-μελλοντικούς εκπαιδευτικούς και να αυξήσει περαιτέρω τη χρήση αειφόρων μέσων για τις καθημερινές τους μετακινήσεις καθιστώντας συνειδητή πλέον τη χρήση τους. Ενθάρρυνε την τροποποίηση της συμπεριφοράς μετακίνησης των φοιτητών για μια πιο συνετή χρήση Ι.Χ. αυτοκινήτου. Ενέτεινε την υιοθέτηση και χρήση αειφόρων προτύπων μεταφοράς και μετακίνησης από τα άτομα του δείγματος, τα οποία εμψύχωσε προς την κατεύθυνση ανάπτυξης ανάλογων εκπαιδευτικών πρακτικών. Όλες οι προηγούμενες στάσεις και συμπεριφορές αναμένεται να λειτουργήσουν ως παραδειγματικά πρότυπα για τους μαθητές, που μαζί με την εκπαίδευση θα διαμορφώσουν σταδιακά μια νέα αειφορική  κουλτούρα σύμφωνα με τις αρχές και τις αξίες της βιώσιμης ανάπτυξης.

 


[i] Ο όρος «βιώσιμος» αποτελεί τη μετάφραση στα ελληνικά της αγγλικής λέξης «sustainable».

[ii] OECD 1996, p. 11

[iii] Για το αυτούσιο κείμενο της επιτροπής βλ. WCED 1987

[iv] Το ΑΠΘ έχει αναπτύξει ένα οργανωμένο πρόγραμμα δράσεων για  την ενσωμάτωση της αειφορίας σε κάθε πτυχή της πανεπιστημιακής ζωής (http://eco.auth.gr)

[v] Στη Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις Κλιματικές Μεταβολές (UNFCC) η κλιματική αλλαγή ορίζεται ως η μεταβολή στο κλίμα που οφείλεται άμεσα ή έμμεσα σε ανθρώπινες δραστηριότητες (βλ. UNFCC,  United Nations, 1992)

[vi] Αναφορικά με το πρόβλημα βλ.www.greenpeace.org/greece/PageFiles/98192/hitting-home

[vii] βλ. WWF Ελλάς

[viii] Βλ. Σύμφωνο Δημάρχων της Ευρώπης (www.eumayors.eu)

[ix] Βλ. “Λευκή Βίβλο (2001) και “Πράσινη Βίβλο (2006).

[x] ΒΑΜΒΙΝΙ Consortium (2010) ‘Collection of Best Practices’, Intelligent Energy Europe Programme, Project BAMBINI.

[xi] Η έννοια της βιώσιμης κινητικότητας αναφέρεται στην εφαρμογή των αρχών της βιωσιμότητας στον τομέα των μεταφορών, κυρίως των οδικών, καθώς οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις των τελευταίων διαρκώς εντείνονται. Ο όρος χρησιμοποιείται στα πράσινα και λευκά βιβλία της Ε.E. για το περιβάλλον και τις μεταφορές (βλ. CE 1994, CEC 1998).

[xii] Το Πρόγραμμα ΒΑΜΒΙΝΙ Intelligent Energy Europe, διάρκειας ζωής 3 ετών (ως το Μάιο του 2012), υλοποιήθηκε από 12 εταίρους από 10 Κράτη Μέλη της Ε.Ε-Αυστρία, Γερμανία, Βουλγαρία, Βέλγιο, Γαλλία, Πολωνία, Ρουμανία, Ολλανδία, Σλοβενία- με επικεφαλής εταίρο τον Αυστριακό Οργανισμό Έρευνας Κινητικότητας FGM AMOR.

[xiii] Η MAXSUMO διακρίνει τη διαδικασία τροποποίησης της συμπεριφοράς των μετακινούμενων από τη φάση λήψης πληροφόρησης για την αειφόρο μετακίνηση έως τη φάση υιοθέτησης αειφόρων προτύπων μετακίνησης στην καθημερινότητα τους (βλ. Hyllenious et al., 2009, Mobiel 21, 2010).

 

Βιβλιογραφία

Βασάλα, Π., Φλογαίτη, Ε. (2002) Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και Ανοικτή Εξ αποστάσεως Εκπαίδευση. http://www.eap.gr/news.

ΒΑΜΒΙΝΙ Consortium (2010) ‘Collection of Best Practices’, Intelligent Energy Europe Programme, Project BAMBINI.

Γεωργόπουλος, Αλ., Δημητρίου, Α. & Μπιρμπίλη, Μ. (2008). Παράμετροι των  Προσωπικών  Θεωριών των Νηπιαγωγών για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Θέματα Επιστημών και Τεχνολογίας στην Εκπαίδευση, 1 (1), 59-78.

Γραμμένου, Ε. & Παπαδοπούλου, Π. (2007).  Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στην Προσχολική αγωγή: Μια ερευνητική προσέγγιση. 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο ΠΕΕΚΠΕ. Αθήνα.

Cotton, S.R.E., Warren, M. F., Maiboroda, O. & Bailey, I. (2007) Sustainability development, higher education and pedagogy: a study of lecturers’ beliefs and attitudes, Environmental Education Research, 13(5), 579-597.

∆ηµητρίου, Α. (2009). Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: Περιβάλλον, Αειφορία: θεωρητικές και παιδαγωγικές προσεγγίσεις. Θεσσαλονίκη:  Εκδόσεις Επίκεντρο.

Δημητρίου, Α., Χατζηνικήτα, Β. (2003). Απόψεις εκπαιδευτικών της προσχολικής αγωγής για περιβαλλοντικά θέματα. Στο Μ. Τσιτουρίδου (επιμ), Οι Φυσικές Επιστήμες και οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας στην Προσχολική Εκπαίδευση. Θεσσαλονίκη: Τζιόλα.

Flogaitis, E., Daskolia, M. & Liarakou, G. (2005). Greek kindergarten teachers' practice in environmental education: an exploratory study, Journal of early childhood research3(3), 299-320.

Φλογαΐτη, Ε. (1998). Περιβαλλοντική Εκπαίδευση. Aθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Φλογαΐτη, Ε. (2006). Εκπαίδευση για το περιβάλλον και την αειφορία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Φλογαΐτη, Ε.-Λιαράκου Γ. (2008). Η έρευνα στην εκπαίδευση για το την αειφόρο ανάπτυξη. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Φύκαρης, Ι. (1998). Η περιβαλλοντική εκπαίδευση στην εκπαίδευση στην Ελλάδα: θεωρητική και εμπειρική προσέγγιση. Αθήνα: Αδελφοί Κυριακίδη.

Giddens, A. (1997). Central Problems in Social Theory: Action, Structure, and Contradiction in Social Analysis. London: Macmillan

Gough, A. (1997). Education and the Environment: Policy, Trends and the Problems of Marginalization. Melbourne: Australian Council for Educational Research.

Gough, Α. (1998). Researching Environmental Education in Teacher Education: Initiating and Sustaining Student Interest, International Research in Geographical  and Environmental Education, 7(3), 260-264.

Heimlich J. E., McKeown-Ice R., Braus J., Barringer-Smith L. & Olivolo B. (2004). Environmental Education and Preservice Teacher Preparation: A National Study, The Journal of Environmental Education,35(2), 17-21.

Huckle, J. (1991). Education for sustainability: Assessing pathways to the future, Australian Journal of Environmental Education, 7, 49-69.

Hungerford, R., Volk, L. (1990), Changing learner behavior through Environmental Education, Journal of Environmental Education21(3), 8-21.

Jensen, B. & Schnack, K. (1997). The Action Competence Approach in Environmental  Education. EnvironmentalEducation Research, 3(2), 163-178.

Καραμέρης Α., Ράγκου Π., και Παπανικολάου (2006). Διερεύνηση των αντιλήψεων των εκπαιδευτικών Α/βάθμιας και Β/βάθμιας Εκπαίδευσης σχετικά με την έννοια της αειφόρου ανάπτυξης. Πρακτικά 2ου Συνέδριου Σχολικών Προγραμμάτων Π.  Αθήνα.

Korhonen, Κ. & Lappalainen, Α. (2004). Examining the environmental awareness of children and adolescents in the Ranomafana region, Madagascar. Environmental  Education Research, 10 (2).

Kortland, J. (1997). Garbage: dumping, burning and reusing/recycling: students' perception of the waste issue. International Journal of Science Education, 19 (1), 65-77.

Λιαράκου Γ., Μπαζίκου Κ., Φλογαίτη Ε., και Δασκολιά, Μ. (2006). Αντιλήψεις νηπιαγωγών για το περιβάλλον και τα περιβαλλοντικά προβλήματα. 2ο Συνέδριο Σχολικών Προγραμμάτων Π.Ε. Αθήνα.

Liarakou G., Daskolia M., Flogaitis E. (2007). Investigating the Associative Meanings of Sustainability among Greek Kindergarten Teachers, International Journal of Interdisciplinary Social Sciences, 1 (5), 3-11.

Μανδρίκας, Α., Σκορδούλης, Κ., (2010). Περιβαλλοντική Εκπαίδευση για υποψήφιους εκπαιδευτικούς Α/θμιας Εκπαίδευσης. 5ο Συνέδριο ΠΕΕΚΠΕ Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: «Το Σταυροδρόμι της Εκπαίδευσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη», Ιωάννινα.

 Μπακιρτζής, Κ., Γεωργόπουλος, Α. (1998). Βιωματική παιδαγωγική εμπειρία στο μάθημα-εργαστήριο της Ανθρώπινης Οικολογίας-Ερευνητική μελέτη. Στο Ερευνώντας τον κόσμο του παιδιούOMEP, 3, 115-139.

Μπαλάσκα, Μ., Ραβάνη, Ι., Ζόμπολας, Α. (2012). Η Επίδραση της Υλοποίησης Προγραμμάτων Π.E. στη Διδακτική και Περιβαλλοντική Συμπεριφορά των Εκπαιδευτικών. 6ο Συνέδριο ΠΕΕΚΠΕ. Θεσσαλονίκη.

Mangas, V. J., Martinez, P. & Pedauye, R. (1997). Analysis of environmental concepts and attitudes among Biology degree students, The Journal of Environmental Education, 29 (1), 28-33.

Παπαδημητρίου, Β. (1995). Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στο Σχολικό Πρόγραμμα: Θέση και Προοπτικές. Σύγχρονη Εκπαίδευση

Papadimitriou V. (2004). Prospective Primary Teachers' Understanding of Climate Change, Greenhouse Effect, and Ozone Layer Depletion, Journal of Science Education and Technology, 13 (2).

Robottom, I. & Hart, P. (1995). Behaviorist EE research: Environmentalism as individualism, The Journal of Environmental Education, 26 (2), 5-9.

Sauvé, L. (1999). ‘Environmental Education Between Modernity and Postmodernity: Searching for an Integrating Educational Framework’, Canadian Journal of Environmental Education, 4, 9-49.

Sebasto, N. J. & Semrau, H. J. (2004). Evaluation of the environmental education program at the New Jersey school of conservation, The Journal of Environmental Education, 36 (1), 3-18.

Σκαναβή, Κ., Πετρενίτη, Β. και Γιαννοπούλου, Κ. (2005), Σχολιασμός μοντέλων περιβαλλοντικά υπεύθυνης συμπεριφοράς, Σύγχρονη Εκπαίδευση, 142, 161-178

Summers, M., Childs, A., & Corney, G. (2005). Education for sustainable development in initial teacher training: Issues for interdisciplinary collaboration.  Environmental Education Research, 11(5), 623-647. 

Tilbury, D. (1994). The critical learning years for environmental education. In R.A. Wilson (ed.) Environmental education at the early childhood level. Washington, DC: North American Association for Environmental Education

Tilbury, D. & Wortman, D. (2004) Engaging People in Sustainability, Commission on Education and Communication IUCN Gland, Switzerland and Cambridge UK.

UNEP (2000). Agenda 21. United Nations Environmental Programme.

UNESCO (1997). ∆ιακήρυξη Θεσσαλονίκης, Πανεπιστήμιο Αθηνών-MIO-ECSDE.

UNESCO (2005). UN Decade of Education for Sustainable Development 2005-2014. International Implementation Scheme. Draft, January 2005, Paris: Unesco.

WCED (1987) Our Common Future. Oxford: OxfordUniversity Press.

Wilson, R.A. (Ed.) (1994). Environmental education at the early childhood level. Washington, DC: North American Association for Environmental Education. 

Zachariou, A. and Kadji-Beltran, C. (2009). “Cypriot primary school principals' understanding of education for sustainable development key terms and their opinions about factors affecting its implementation”, in Environmental Education Research15 (3), 315-342.


Οι συγγραφείς

Η Βασιλική Ιππέκη (vippeki[at]nured.auth.gr) είναι εκπαιδευτικός, Υπεύθυνη Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης ΠΕ Δυτικής Θεσσαλονίκης και υποψήφια διδάκτωρ του Τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Είναι απόφοιτος του Παιδαγωγικού Τμήματος Νηπιαγωγών της Παιδαγωγικής Σχολής του Α.Π.Θ. και κάτοχος Μεταπτυχιακού Διπλώματος στην Π.Ε. του Τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (Τ.Ε.Π.Α.Ε.) του Α.Π.Θ.. Από το 1994 εργάζεται στην Ιδιωτική και από το 1999 στη Δημόσια Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. 

Ο Αλέξανδρος Γεωργόπουλος (ageorgop[at]nured.auth.gr) είναι καθηγητής Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης του Τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Είναι απόφοιτος του Χημικού Τμήματος της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Α.Π.Θ. και κάτοχος Διδακτορικού Διπλώματος από το Πανεπιστήμιου του Μάντσεστερ (1981). Από το 1985 διδάσκει στο Τμήμα Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης. Μεταξύ 1987-1990 δίδαξε και στο Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Έχει γράψει τρία βιβλία: [Περιβαλλοντική Εκπαίδευση (1993), σε συνεργασία με την Ε. Τσαλίκη, Γη ένας μικρός και εύθραυστος πλανήτης (1996), Περιβαλλοντική Ηθική (2002), όλα εκδόσεις Gutenberg και επιμελήθηκε ένα τέταρτο Περιβαλλοντική Εκπαίδευση: Ο νέος Πολιτισμός που αναδύεται…(2005) Gutenberg], ενώ άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε ελληνικά και ξενόγλωσσα περιοδικά. Είναι ιδρυτικό μέλος της ΠΕΕΚΠΕ, από τα παλαιότερα μέλη της Οικολογικής Κίνησης Θεσσαλονίκης και μέλος πολλών περιβαλλοντικών οργανώσεων.